Το πρώτο GP της ιστορίας της Formula 1 στο Μαϊάμι είναι προ των πυλών, αλλά μετά από 17 χρόνια το κλίμα έχει αντιστραφεί άρδην για το σπορ στις ΗΠΑ από το ντροπιαστικό GP της Ινδιανάπολης το 2005.
Το GP του Μαϊάμι αυτό το τριήμερο (6-8/5), στο σιρκουί που έχει διαμορφωθεί γύρω από το Hard Rock Stadium της πόλης της Φλόριντα, είναι ο 5ος φετινός αγώνας της Formula 1. Διαμορφώνοντας τον περιβάλλοντα χώρο με πολυτελείς χώρους φιλοξενίας που περιλαμβάνουν ακόμα και μια τεχνητή μαρίνα, οι οργανωτές φαίνεται πως δεν λυπήθηκαν τα έξοδα.
Αυτό, αν μη τι άλλο, δείχνει το ισχυρό ενδιαφέρον που αναπτύσσεται στις Ηνωμένες Πολιτείες για τη Formula 1 τα τελευταία χρόνια - ενδιαφέρον το οποίο εν πολλοίς έχει καταφέρει να εγείρει η αμερικανική Liberty Media, η εταιρεία που κατέχει πλέον τα εμπορικά δικαιώματα του σπορ.
BUY NOW
Το πρώτο βήμα για την επιστροφή της F1 στην τεράστια αμερικανική αγορά έγινε με το GP του Τέξας το 2012, τώρα έφτασε η ώρα του Μαϊάμι, ενώ του χρόνου θα προστεθεί στο πρόγραμμα και το σιρκουί στους δρόμους του Λας Βέγκας.
Όλα αυτά αρχίζουν να σβήνουν, σταδιακά, στις συνειδήσεις των Αμερικανικών φίλων του motorsport τις αναμνήσεις από το καταστροφικό, για τη F1, GP της Ινδιανάπολης το 2005.
Στις αρχές του νέου αιώνα, το 2000, η F1 επέστρεψε στη θρυλική Ινδιανάπολη και στις ΗΠΑ, σε μια πίστα που περιλάμβανε ένα τμήμα του οβάλ σε συνδυασμό με ένα μεγαλύτερο, παραδοσιακό σιρκουί στο εσωτερικό του.
Τα προβλήματα άρχισαν το 2002, όταν ο Michael Schumacher επιβράδυνε στον τερματισμό για να τερματίσει σε σχηματισμό με τον ομόλογό του στη Ferrari, Rubens Barrichello, και εντέλει χάρισε τη νίκη στη Βραζιλιάνο για 11 χιλιοστά του δευτερολέπτου.
Η αλλοίωση αυτή του αποτελέσματος δεν άρεσε στο αμερικανικό κοινό. Όμως, αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά σε όσα συνέβησαν το 2005. Εκείνη τη χρονιά υπήρχαν δύο προμηθευτές ελαστικών στη F1: η Bridgestone και η Michelin. Η Ferrari είχε σχεδόν την αποκλειστική προσοχή της πρώτης, ενώ τα Michelin μοιράζονταν επτά ομάδες - όπως οι Renault και McLaren που κυριαρχούσαν εκείνη τη σεζόν.
Τη χρονιά εκείνη, επίσης, είχαν απαγορευθεί οι αλλαγές ελαστικών στα πιτς: κάθε οδηγός έπρεπε να βγάλει όλο τον αγώνα με ένα σετ ελαστικών. Εκείνον τον Ιούνιο, λοιπόν, καθώς το σπορ ετοιμαζόταν να ταξιδέψει στην Ινδιανάπολη για τον 9ο αγώνα της σεζόν, είχε μόλις ολοκληρωθεί η κατασκευή του νέου ασφαλτοτάπητα της πίστας - συμπεριλαμβανομένου και του οβάλ.
Η Bridgestone είχε πληροφορηθεί από την αδερφή εταιρεία της στις ΗΠΑ, Firestone, ότι η νέα άσφαλτος επέφερε σημαντικά περισσότερη καταπόνηση στα ελαστικά σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Έτσι, η ιαπωνική εταιρεία ενίσχυσε τα ελαστικά της ενόψει του αγώνα στο «Brickyard». Η Michelin δεν είχε την ίδια πληροφόρηση.
Το ατύχημα του Ralf Schumacher στις ελεύθερες δοκιμές στη στροφή 13, του οβάλ, έφερε τις πρώτες ανησυχητικές ενδείξεις. Ο Γερμανός είχε ελαστικά της Michelin στις τέσσερις άκρες της Toyota του, και μετά το ατύχημα αναγκάστηκε να αποσυρθεί από το τριήμερο. Τον αντικατέστηκε ο εφεδρικός οδηγός της ομάδας, Ricardo Zonta, ο οποίος επίσης είχε ατύχημα στις επόμενες δοκιμές λόγω της εκτενούς φθοράς του πίσω αριστερού ελαστικού.
Όλα έδειχναν ότι τα πράγματα εξελίσσονταν πολύ επικίνδυνα. Και, εντέλει, οι εκπρόσωποι της Michelin επισκέφτηκαν τον αγωνιστικό διευθυντή της FIA, Charlie Whiting, και τον πληροφόρησαν πως αν δεν περιοριζόταν η ταχύτητα των μονοθεσίων στη στροφή 13 τότε δεν θα μπορούσαν να εγγυηθούν την ασφάλεια των ελαστικών μετά από 10 γύρους της χρήσης τους.
Ελλείψει άλλης εναλλακτικής, καθώς τα πιτ-στοπς απαγορευόταν και δεν υπήρχε χρόνος να σταλούν άλλα ελαστικά από το εργοστάσιο, η Michelin πρότεινε να στηθεί ένα σικέιν στη στροφή 13. Ο Whiting απάντησε ότι αφενός κάτι τέτοιο δεν επιτρέπεται από τους κανονισμούς, και αφετέρου θα ήταν άδικο για τη Bridgestone και τις ομάδες της. Με την άποψη αυτή συμφώνησε και ο τότε πρόεδρος της FIA, Max Mosley.
Η φημολογία τότε οργίασε. Όταν ήρθε η ώρα του αγώνα, όλες οι ομάδες έβγαλαν τα μονοθέσιά τους από τα πιτς, τα παρέταξαν στην εκκίνηση, και οι οδηγοί ξεκίνησαν κανονικά το γύρο σχηματισμού - όπως τους επέβαλλαν οι κανονισμοί. Όμως, οι πιλότοι των επτά ομάδων με ελαστικά Michelin, γύρισαν ομαδικά στα πιτς στο τέλος του γύρου σχηματισμού.
Έτσι, στην εκκίνηση παρατάχθηκαν μόνο 6 από τα 20 μονοθέσια. Οι δύο Ferrari, οι δύο Jordan και οι δύο Minardi. Αυτό που ακολούθησε ήταν ένα θέατρο του παραλόγου. Ένα οικτρό θέαμα μόλις 6 αυτοκινήτων να κάνουν γύρους, μόνα τους σε μια άδεια πίστα, υπό τις άγριες αποδοκιμασίες των περίπου 100 χιλιάδων θεατών που είχαν γεμίσει τις κερκίδες.
Πολύ σύντομα οι θεατές άρχισαν να φεύγουν ομαδικά, αφού πρώτα πετούσαν μπύρες και μπουκάλια νερού μέσα στην πίστα, απαιτώντας την επιστροφή των χρημάτων τους. Χρειάστηκε να επέμβουν οι αστυνομικές δυνάμεις, σε πολλές περιπτώσεις, για να ελέγξουν το χάος.
Το GP της Ινδιανάπολης ήταν τόσο καταστροφικό, που ο τότε εμπορικός διευθυντής της F1 Bernie Ecclestone άφησε σαφείς ενδείξεις για αποχώρηση της F1 από τις ΗΠΑ, όπως και της Michelin από τη F1. Οι ομάδες που δεν εκκίνησαν δικαιώθηκαν ένα μήνα αργότερα από το Παγκόσμιο Συμβούλιο του Motorsport, ενώ οι θεατές αποζημιώθηκαν από τους οργανωτές.
Παρόλα αυτά, λόγω ίσως των υπογεγραμμένων συμβολαίων, το GP της Ινδιανάπολης διεξήχθη τα δύο επόμενα χρόνια - αλλά το ενδιαφέρον των Αμερικανών, φυσιολογικά, ατόνησε. Το 2008 έμεινε εκτός προγράμματος, ώσπου το 2012 ξεκίνησε η προσπάθεια ανάκτησης της φήμης του σπορ στην Αμερική με το πρώτο GP στην πίστα του Όστιν, στο Τέξας.