Αυτή είναι η υψηλότερη σιδηροδρομική γέφυρα στην Ελλάδα –Η τραγική ιστορία πίσω από το όνομά της
Ουδείς αμφισβητεί την υποβλητική μεγαλοπρέπεια της υψηλότερης σιδηροδρομικής γέφυρας στην Ελλάδα. Ελάχιστοι, ωστόσο, είναι σίγουροι για το πώς προέκυψε το όνομά της.
Όσο και αν έχουν χάσει τη λάμψη τους λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης των αεροπλάνων, τα τρένα συνεχίζουν να προκαλούν δέος στους απανταχού φίλους των σιδηροδρομικών ταξιδιών.
Τα μεθυστικής ομορφιάς τοπία που εναλλάσονται συνθέτοντας ένα σκηνικό υποβλητικής μεγαλοπρέπειας εξακολουθούν να αφήνουν άφωνο τον ταξιδιώτη και να ανασύρουν νοσταλγικές αναμνήσεις.
BUY NOW
Τα σιδηροδρομικά ταξίδια έχουν την τιμητική τους και στη χώρα μας, η οποία διαθέτει ένα σεβαστό σιδηροδρομικό δίκτυο, μικρό μέρους του οποίου «απλώνεται» πάνω σε εντυπωσιακές γέφυρες που έρχονται να εκτοξεύσουν την ταξιδιωτική εμπειρία.
Καμία, ωστόσο, σιδερένια υπέργεια κατασκευή δεν μπορεί να μπει σε σύγκριση με τη γέφυρα της Παπαδιάς, ένα έργο απαράμιλλης ομορφιάς που πλέον έχει σταματήσει να προσφέρει τις… υπηρεσίες του στα τρένα. Η γοητεία, ωστόσο, της ξεχασμένης γέφυρας παραμένει αναλλοίωτη.
Με ύψος 99 μέτρα, πρόκειται για την υψηλότερη σιδηροδρομική γέφυρα της Ελλάδας που ορθώνεται μέσα σε ένα μαγευτικό τοπίο, στα δυτικά του χωριού Σταμνός, περίπου 25 χιλιόμετρα από την Λαμία.
Η γέφυρα της Παπαδιάς είναι τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής Πειραιώς – Λάρισας που άρχισε να κατασκευάζεται το 1890 επί πρωθυπουργίας Χαρίλαου Τρικούπη, με τα εγκαίνια της σιδερένιας κατασκευής να γίνονται 1909.
Η «ζωή» της γέφυρας της Παπαδιάς μόνο εύκολη δεν ήταν. Eχει ανατιναχθεί και γκρεμισθεί δύο φορές κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου: Μία από τους Άγγλους κατά την αποχώρησή τους το 1941 και μία από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα τρία χρόνια αργότερα.
Ο «σκοτεινός» μύθος πίσω από το όνομα της γέφυρας
Όλοι αναγνωρίζουν την επιβλητική ομορφιά της γέφυρας. Ελάχιστοι, ωστόσο, μπορούν να βάλουν… το χέρι τους στη φωτιά για την προέλευση της ονομασίας της, με τους μύθους να οργιάζουν.
Σύμφωνα με τον επικρατέστερο, το όνομά της οφείλεται σε μία παπαδιά από ένα γειτονικό χωριό που αυτοκτόνησε στη χαράδρα όπου κατασκευάστηκε αργότερα η γέφυρα, αφού πρώτα είχε… βάψει τα χέρια της με το αίμα του παιδιού της.
Η παπαδιά ζούσε στο χωριό μαζί με τον άντρα της και το μονάκριβο παιδί τους. Ο γιός τους, ιδιαίτερα παραδόπιστος όταν έφτασε στην ηλικία των 18 ξενιτεύτηκε στην Αμερική για ένα καλύτερο μέλλον. Εκεί πλούτισε αλλά ξέχασε τους γονείς του. Και όταν πέρασαν περίπου 30 χρόνια όλοι τον θεωρούσαν πεθαμένο.
Κάποια μέρα, ωστόσο, ο γιος επέστρεψε στο χωριό παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως Μικρασιάτη Ελληνοαμερικάνο. Όταν βράδιασε και οι κάτοικοι άρχισαν να επιστρέφουν στα σπίτια τους, κάποιος κάτοικος του χωριού προσφέρθηκε να τον φιλοξενήσει.
Εκείνος όμως ζήτησε να μείνει στο σπίτι του παπά, όπως και έγινε, αλλά απέφυγε να τους αποκαλύψει την πραγματική του ταυτότητα ώστε να τους κάνει έκπληξη την επόμενη ημέρα. Όταν έφτασε η ώρα να κοιμηθούν, η παπαδιά έκαμψε τις όποιες αντιστάσεις του παπά, πείθοντάς τον ότι έπρεπε να τον δολοφονήσουν για να του πάρουν τα χρήματα.
Έτσι σκότωσαν το φιλοξενούμενο και έριξαν το πτώμα σε ένα κάρκανο. Όταν γύρισαν στο σπίτι, πήραν το πορτοφόλι με τα χρήματα. Μέσα όμως υπήρχε μία ταυτότητα που έδειχνε ότι ήταν ο γιος τους. Η παπαδιά, ανήμπορη να αντέξει τις τύψεις που σκότωσε το παιδί της, πήγε στη χαράδρα όπου και έβαλε τέλος στη ζωή της.
Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Lamianow