Η κίνηση στους αυτοκινητόδρομους θεωρείται από τους οδηγούς ως μία εύκολη διαδικασία, με αποτέλεσμα να μην δίνουν την δέουσα προσοχή στον δρόμο.
Η οδηγήση στην πόλη είναι μία ψυχοφθόρα διαδικασία και οι περισσότεροι οδηγοί δίνουν μεγάλη προσοχή για να αποφύγουν τις πολλές δυσάρεστες εκπλήξεις που μπορεί να προκύψουν.
Από την άλλη, η κίνηση σε επαρχιακό δρόμο περιλαμβάνει την διεύλευση μέσα από μικρές πόλεις και χωριά, και ορισμένες φορές φορές συνδυάζεται με αυξημένη κίνηση λόγω βαρέων οχημάτων. Επιπλέον, η χάραξη ενός επαρχιακού έχει συνήθως αρκετές στροφές και αρκετά σημεία με κακή ορατότηρα.
BUY NOW
Για αυτόν τον λόγο, οι περισσότεροι οδηγοί «χαλαρώνουν» όταν κινούνται στον αυτοκινητόδρομο και θεωρούν ότι είναι κάτι απλό. Η κίνηση σε δρόμο με τουλάχιστον δύο λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και η ύπαρξη διαχωριστικής μπάρας στις περισσότερες των περιπτώσεων, κάνει την οδήγηση πιο ρευστή και ομαλή.
Αυτό όμως είναι που δίνει σε πολλούς οδηγούς μία λανθασμένη αίσθηση ασφάλειας με αποτέλεσμα να «ρίχνουν» τα αντανακλαστικά τους και αποκτούν υπερβολική αυτοπεποίθηση πίσω από το τιμόνι. Και αυτό είναι που του οδηγεί σε λάθη που μπορεί να αποβούν μοιραία.
Τα λάθη που θα δούμε παρακάτω σχετίζονται συνήθως με την απόσπαση της προσοχής του οδηγού. Αυτή μάλιστα συμπαρασύρει τον οδηγό με αποτέλεσμα την υπερβολική ταχύτητα που μπορεί να αναπτύξει ή την μικρή απόσταση ασφαλείας από το προπορευόμενο όχημα.
Σύμφωνα με αρκετές μελέτες, ένα ικανό ποσοστό των οδηγών χρησιμοποιεί το κινητό τηλέφωνο ενώ οδηγεί στον αυτοκινητόδρομο, με χιλιάδες θανάτους ετησίως να προκαλούνται από τη χρήση της εν λόγω συσκευής.
Υπολογίζεται ότι αν χρειαστούμε 20 δευτερόλεπτα για να στείλουμε ένα μύνημα, θα διανύσουμε 600 μέτρα χωρίς να δώσουμε τη δέουσα προσοχή στο δρόμο. Επιπλέον, χρειαζόμαστε 8 δευτερόλεπτα για να απαντήσουμε σε μια κλήση, δηλαδή 266 μέτρα πριν εστιάσουμε ξανά σωστά στο δρόμο.
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Η υπερβολική ταχύτητα είναι ένα πολύ συνηθισμένο παράπτωμα στους αυτοκινητόδρομους, καθώς πάνω από το 55% των οδηγών υπερβαίνει το όριο που έχει καθοριστεί σε αυτούς, με ότι αυτό συνεπάγεται (μείωση ικανότητας οδηγού να αντιδράσει κ.α.).
Τα τελευταία χρόνια οι οδηγοί έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν αυτό το «πρόβλημα» και το ποσοστό που ξεπερνά τα 160 χλμ./ώρα έχει μειωθεί. Επιπλέον, ένα υψηλό ποσοστό οδηγών που υπερβαίνει το όριο των 120 χλμ./ώρα δεν ξεπερνά εύκολα τα 130 χλμ./ώρα.
Η χρήση του φλας έχει γίνει πρακτικά ανύπαρκτη για πολλούς οδηγούς, καθώς περιφρονούν την σημασία της ενημέρωσης των άλλων χρηστών του δρόμου για τις ενέργειές τους.
Στην πραγματικότητα, μόνο το 33% των οδηγών χρησιμοποιεί φλας σε αυτοκινητόδρομους, προκαλώντας σύγχυση και δυνητικά επικίνδυνες καταστάσεις κατά την αλλαγή λωρίδας ή ένα προσπέρασμα.
Από την άλλη, η σωστή απόσταση από το προπορευόμενο αυτοκίνητο είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια, ειδικά στις υψηλές ταχύτητες. Περίπου το 10% των οδηγών δεν τηρεί την απόσταση ασφαλείας και αυτό τους καθιστά ευάλωτους σε ένα έντονο φρενάρισμα, έναν ελιγμό ή οποιοδήποτε άλλο απρόβλεπτο γεγονός στο δρόμο.
Να θυμάστε ότι όταν οδηγείτε νύχτα, στη βροχή ή γενικά σε συνθήκες με κακή ορατότητα και μειωμένη πρόσφυση από το δρόμο, η απόσταση ασφαλείας πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερη.
Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε την ζώνη ασφαλείας. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των οδηγών χρησιμοποιεί την ζώνη ασφαλείας, είτε επειδή έχουν συνειδητοποιήσει τη σημασία της σε περίπτωση ατυχήματος είτε επειδή δεν θέλουν να τους επιβληθεί πρόστιμο, δεν ισχύει το ίδιο και για τους επιβάτες στα πίσω καθίσματα.
Σε περίπτωση ατυχήματος, οι πίσω επιβάτες που δεν φορούν ζώνη θα τραυματιστούν σοβαρά, προκαλώντας ταυτόχρονα τραυματισμό ή ακόμα και τον θάνατο στον οδηγό και τον συνοδηγό.
Συμπερασματικά, ως οδηγοί δεν πρέπει ποτέ να θεωρούμε εύκολη την οδήγηση σε αυτοκινητόδρομους και ότι δεν αξίζει την προσοχή μας. Οι υψηλές ταχύτητες προκαλούν μικρότερη ικανότητα και χρονικό περιθώριο αντίδρασης, καθώς και πολύ πιο σοβαρές συνέπειες σε περίπτωση ατυχήματος.