Το εμβληματικό sedan της Mercedes-Benz γιορτάζει φέτος τρεις δεκαετίες ζωής, από το 1993 που έκανε την πρώτη του εμφάνιση ως διάδοχος της 190Ε.
Με το προσωνύμιο «Kleine Mercedes» (μικρή Mercedes) και την πιο προστιή τιμή από κάθε άλλο μέχρι τότε αυτοκίνητο της γκάμας της φίρμας της Στουτγάρδης, η C-Class συνέβαλλε ακόμα περισσότερο στην επέκταση της εταιρείας σε πολύ μεγαλύτερο αγοραστικό κοινό.
Η πρώτη C-Class (W202) του 1993 υιοθέτησε τη σχεδιαστική φιλοσοφία της μεγαλύτερης S-Class της εποχής, για να αποτελέσει έναν σύγχρονο και προηγμένο αντίπαλο της BMW Σειρά 3 Ε36. Στη βάση της βρισκόταν η έκδοση C180, που προσέφερε 120 ίππους, και πάνω από αυτή η C200 των 134 hp.
BUY NOW
Με την πρώτη C-Class η Mercedes προσπάθησε να προσφέρει στους Ευρωπαίους αγοραστές περισσότερο χώρο και πρακτικότητα. Δεν έμοιαζε πολύ διαφορετική από την 190Ε στη σιλουέτα της, αλλά είχε πλήρως αναθεωρημένη χωροταξία του κινητήρα, της μετάδοσης και των δύο αξόνων.
Επιπλέον, το δοχείο καυσίμων μεταφέρθηκε για πρώτη φορά κάτω από το πίσω κάθισμα (από το πορτ-μπαγκάζ, που βρισκόταν στην 190Ε) απελευθερώνοντας χώρο για τη διαμήκη μετακίνηση του πίσω καθίσματος προς τα πίσω. Ήταν, παράλληλα, το πρώτο πλαστικό ρεζερβουάρ βενζίνης, για τη μείωση του βάρους.
Ο τότε επικεφαλής εξέλιξης των αυτοκινήτων της εταιρείας, καθηγητής Hermann Gaus, είπε ότι «ανταποκρινόμαστε στο γεγονός ότι ο πληθυσμός της κεντρικής Ευρώπης αυξάνεται χρόνο με το χρόνο». Έτσι, η Mercedes επικέντρωσε το ενδιαφέρον της στους αγοραστές που χρειάζονταν ένα πιο ευρύχωρο οικογενειακό αυτοκίνητο, την ώρα που η BMW στόχευε με περισσότερο σπορτίφ στοιχεία σε νεαρούς και φιλόδοξους επιχειρηματίες.
Παρόλα αυτά, η C-Class είχε κορυφαία ανάρτηση -με διπλά ψαλίδια εμπρός, πολλαπλών συνδέσμων πίσω- και μέχρι και σήμερα παραμένει εντυπωσιακή από άποψη οδικής συμπεριφοράς, και μαζί της άνεσης για την καθημερινότητα. Και, επίσης, ήταν το πρώτο αυτοκίνητο της εταιρείας της Στουτγάρδης που απέκτησε έκδοση AMG, όταν ακόμη η τελευταία ήταν ένας αυτόνομος οίκος μετατροπών και δεν άνηκε στη Mercedes-Benz.
Η πρώτη C36 AMG έκανε την εμφάνισή της στο τέλος του 1993 με κινητήρα V6 3.6 λίτρων, που απέδιδε το σεβαστό για την εποχή αριθμό των 276 ίππων. Ήταν πισωκίνητη, με χαμηλωμένη ανάρτηση, ζάντες AMG Monoblock και ένα σχετικά εκτενές αεροδυναμικό πακέτο.
Τα επόμενα χρόνια θα έφερναν και ακόμα ισχυρότερες εκδόσεις της C-Class από την AMG. Η C43 απέκτησε κινητήρα V8 4.3 λίτρων και ισχύος 302 hp, ενώ ακολούθησε και η σχετικά άσιμη και σπάνια C55 που απέδιδε 342 hp και με μόλις 59 αντίτυπα (που κατασκευάστηκαν το 1999-2000) είναι μία από τις πιο ξεχωριστές C-Class W202 της ιστορίας.
Οι σπορ προεκτάσεις του αυτοκινήτου συμβάδιζαν και με το αντίστοιχο αγωνιστικό του πρόγραμμα στο γερμανικό πρωτάθλημα αυτοκινήτων Τουρισμού (DTM). Με οδηγό τον θρυλικό Klaus Ludwig, η AMG Mercedes C-Class DTM κέρδισε τον τίτλο του 1994 με βελτιώσεις που αύξαναν την ισχύ στους 434 hp, και ακολούθησαν ακόμα περισσότερες νίκες από το '95 και σε διεθνές επίπεδο.
Τρία χρόνια μετά την παρουσίαση της sedan C-Class W202, το 1996 ακολούθησε και η wagon έκδοσή της που πεξέρασε τις 240 χιλιάδες πωλήσεις στην Ευρώπη μέχρι το 2001. Την εποχή εκείνη, στο τέλος της δεκαετίας του 1990, είχε έρθει και η ώρα για το facelift της πρώτης γενιάς του γερμανικού συμπαγούς οικογενειακού.
Από πλευράς εξοπλισμού, τα δεδομένα της εποχής των 90s ήταν πολύ διαφορετικά από τα σημερινά: η βασική έκδοση Classic της C-Class είχε πλαστικά τάσια στις ζάντες, υφασμάτινα καθίσματα, χειροκίνητα παράθυρα, και σε πολλές περιπτώσεις δεν είχε καν ραδιοκασετόφωνο.
Από την άλλη, οι εκδόσεις Esprit είχαν φρέσκα και ζωηρά χρώματα για να απευθύνονται σε νεότερους αγοραστές, καθώς και χαμηλωμένη ανάρτηση. Για όσους επιθυμούσαν μια πιο κλασσική Mercedes, υπήρχε η έκδοση Elegance, εμπλουτισμένη με λεπτομέρειες χρωμίου στο αμάξωμα και δερμάτινο σαλόνι με ξύλινες επενδύσεις στο ταμπλό.
Τέλος, υπήρχε και η έκδοση Sport, η οποία είχε πιο χαμηλή και σφιχτή ανάρτηση, ζάντες αλουμινίου και πιο φαρδιά ελαστικά. «Με τις Esprit και Sport ήμασταν σε θέση να προσελκύσουμε αγοραστές που έβρισκαν το σχεδιασμό της W202 πολύ συντηρητικό» είπε ο καθηγητής Peter Pfeiffer.
Η Mercedes C-Class εισήγαγε, πέραν της AMG, και το νέο τύπο ονομασίας των μοντέλων της γερμανικής εταιρείας. Μέχρι το 1993, ο αριθμός που παρέπεμπε στη χωρητικότητα του κινητήρα προηγούνταν στο όνομα του μοντέλου από τον τύπο του αμαξώματος. Εκτός της 190Ε, υπήρχε ενδεικτικά και η 600SEL - που έπειτα θα μετονομαζόταν σε S600L.
Το γράμμα Ε μέχρι το 1993 παρέπεμπε στο σύστημα ψεκασμού καυσίμου, αλλά δεδομένου ότι έκτοτε όλες οι Mercedes είχαν πλέον ψεκασμό, δεν ήταν απαραίτητο να συνεχίσει να χρησιμοποιείται. Μόνη εξαίρεση είναι φυσικά η E-Class, όπου το γράμμα Ε αντιπροσωπεύει το μέγεθος του αμαξώματος.
Η εναλλαγή γραμμάτων-αριθμών έγινε το 1993 με τη C-Class διότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει το γράμμα C μετά τον αριθμό - διότι αυτό συνέβαινε σε παλιότερες ανοικτές (convertible) και coupe Mercedes. Η πρώτη C-Class W202 συνέχισε την εμπορική της διαδρομή μέχρι το 2000, και έφτασε να πουλήσει συνολικά 1.626.383 αντίτυπα πριν αντικατασταθεί από τη νέα W203 με το γύρισμα του 21ου αιώνα.