Η μοτοσυκλέτα θρύλος της ιαπωνικής εταιρίας, η Suzuki Hayabusa επέστρεψε στην τρίτη γενιά της πιο σοφιστικέ και -ίσως- ποθητή από ποτέ.
Για τους λάτρεις των δύο τροχών που βρίσκονται ή έχουν ολοκληρώσει την 4η δεκαετία της ζωής τους, το όνομα Hayabusa, πέρα από τις νεανικές αναμνήσεις-όνειρα που ξυπνά, δεν χρειάζεται συστάσεις. Το hyper sport της Suzuki ανήκει σε εκείνες τις μοτοσυκλέτες που καθόρισαν τις εξελίξεις στο άνω άκρο τς πυραμίδας των δύο τροχών, με το «καλημέρα» που μας είπε η πρώτη γενιά του 1999. Αυτό, στο τέλος μιας 10ετίας μάλλον ορόσημο για την εξέλιξη της μοτοσυκλέτας γενικότερα.
Το Hayabusa ή «Βusa» όπως έχει επικρατήσει να λέγεται χαϊδευτικά, έγινε αντικείμενο λατρείας (cult), χάρη στο μοναδικά σμιλεμένο αεροδυναμικό του σχήμα, τις εξωπραγματικές για εκείνη την εποχή επιδόσεις (άκρως εντυπωσιακές και για τα σημερινά δεδομένα) αλλά και για τον ολοκληρωμένο σπορ χαρακτήρα του με συμπεριφορά που έφερε στο DNA της τα χαρακτηριστικά της οικογένειας GSX-R, στην οποία άλλωστε ανήκει.
BUY NOW
The one to end them all
Η πρώτη γενιά του Hayabusa αποτέλεσε ταυτόχρονα την αρχή και το… τέλος στον πόλεμο που είχε ξεσπάσει μεταξύ των Ιαπώνων κατασκευαστών για την ταχύτερη μοτοσυκλέτα παραγωγής, με την Yamaha να μένει ουσιαστικά εκτός, δίνοντας προτεραιότητα στα superbikes και το YZF-R1 πρώτης γενιάς που επίσης επαναπροσδιόρισε τα δεδομένα στην κατηγορία του. Οι Ευρωπαίοι και λοιποί ανά τον κόσμο κατασκευαστές κοιτούσαν με δέος και από… ασφαλή απόσταση τις εξελίξεις που είχαν ξεκινήσει πριν από δέκα περίπου χρόνια, με το κοινό να παραμένει καθηλωμένο από το σασπένς αναμένοντας τις εξελίξεις.
Στο κυνήγι των 300 και πλέον χλμ./ώρα, για το τίτλο της ταχύτερης μοτοσυκλέτας παραγωγής, το γάντι πέταξε πρώτη η Kawasaki με το ZX-10, όπως άρμοζε άλλωστε σε μια εταιρία που φημίζεται για την ισχύ και την τελική των μοτοσυκλετών της.
Το ZX-10 παρουσιάστηκε το 1988 ως η ταχύτερη μοτοσυκλέτα της χρονιάς με τελική περί τα 265 χλμ./ώρα, σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής. Η Kawasaki συνέχισε να «προκαλεί» με το all time classic σήμερα ZZ-R 1100 του 1990, μια μοτοσυκλέτα που ανέβασε δυσθεώρητα τον πήχη στα 280+ πραγματικά χιλιόμετρα, την πρώτη μοτοσυκλέτα παραγωγής που η βελόνα του ταχύμετρου της άγγιζε τον μαγικό αριθμό "300". Έπειτα από αυτό χρειάστηκαν έξι χρόνια και τη Honda να ξεπεράσει την μοτοσυκλέτα της εταιρίας από το Akashi -έστω και για «λίγο» σχετικά- με την εξαιρετική CBR1100XX Super Blackbird του 1996, των 290+ πραγματικών χλμ./ώρα. Ούτε αυτή ωστόσο πέρασε τα 300 πραγματικά χλμ./ώρα με την απάντηση προς όλους να έρχεται από τη Suzuki.
Το πρώτης γενιάς GSX1300R Hayabusa εξαΰλωσε στην κυριολεξία των ανταγωνισμό μόλις δύο χρόνια μετά το Blackbird φτάνοντας, στις μετρήσεις εκείνης της εποχής, έως και τα 312 χλμ./ώρα χάρη στους 175 ίππους του εν σειρά 4κύλινδρου κινητήρα της και την ιδιαίτερα προσεγμένη αεροδυναμική της. Το Hayabusa δεν πήρε άλλωστε τυχαία αυτό το όνομα που στα ιαπωνικά χρησιμοποιείται για τον πετρίτη, το γεράκι που φτάνει έως και τα 325 χλμ./ώρα σε κάθετη εφόρμηση για να συλλάβει το θήραμα του, με τα Μαυροπούλια (Blackbird) να περιλαμβάνονται επίσης στο μενού του και στη φύση…
Η Kawasaki είχε έτοιμη την δική της απάντηση με το ZX-12R, για να κλιμακώσει περαιτέρω την κόντρα και να κάνει ξανά δικό της τον άτυπο αλλά ιδιαιτέρου κύρους τίτλο. Ωστόσο, υπό το φόβο απαγόρευσης αυτών των μοτοσυκλετών στην Ευρώπη, οι κατασκευαστές έφτασαν τότε σε μεταξύ τους συμφωνία (το 2007 την έσπασε η MV Agusta) και περιόρισαν ηλεκτρονικά την ταχύτητα των μοτοσυκλετών τους στα 300 χλμ./ώρα., με το ZX-12R να μην καταγράφει ποτέ την ταχύτητα των 320+ χλμ./ώρα που μπορούσε θεωρητικά να αγγίξει.
Το σύντομο παραπάνω ιστορικό είναι μάλλον απαραίτητο για να θυμηθούν οι παλιότεροι και να μάθουν οι νεότεροι τα βασικά γεγονότα που συντέλεσαν στο χτίσιμο του θρύλου της ιαπωνικής hypersport που απέκτησε χιλιάδες φίλους άνα τον κόσμο, ενώ έχτισε γύρω της μια ολόκληρη βιομηχανία βελτιώσεων με τον άθραυστο κινητήρα της να βελτιώνεται κατά κόρον και να χρησιμοποιείται σε δεκάδες εφαρμογές ως ατμοσφαιρικός ή υπετροφοδοτούμενος, στους δύο ή τέσσερις τροχούς και φυσικά στους αγώνες dragster.
Γενεές τρεις
Με τις πωλήσεις της πρώτης γενιάς να φτάνουν τις 115.000 μονάδες, η κίνηση της Suzuki στέφθηκε από επιτυχία και στον εμπορικό στίβο, με το 2008 να φέρνει κοντά μας τη δεύτερη γενιά του Γερακιού με σημαντικές αλλαγές σε όλους σχεδόν τους τομείς, μεγαλύτερη χωρητικότητα και ισχύ (197 ίπποι) και design διαφορετικό αλλά κοντά στην πρώτη γενιά, γιατί έτσι ήθελε το κοινό της ιαπωνικής hyper sport.
Έπειτα και από μια μικρή αναβάθμιση το 2013 (προσθήκη ABS και ισχυρότερα φρένα), το Hayabusa σταμάτησε έπειτα να διατίθεται στην Ευρώπη ελέω των αυστηρότερων προδιαγραφών Euro 4, δίνοντας φωτιά στα σενάρια που ήθελαν τους Ιάπωνες να παρουσιάζουν ένα ολοκαίνουριο μοντέλο με τις φήμες να κάνουν λόγο ακόμη και για υπετροφοδοτούμενο Busa με στρατοσφαιρική ισχύ που θα αναζωπύρωνε εκ νέου τον ανταγωνισμό για την ταχύτερη μοτοσυκλέτα παραγωγής του πλανήτη.
Τελικά κάτι τέτοιο δεν έγινε πραγματικότητα με τους Ιάπωνες να παρουσιάζουν τη νέα γενιά του Hayabusa, με φρέσκια σχεδίαση, κοντά σε εκείνη της προηγούμενης μοτοσυκλέτας, η οποία δώρισε παράλληλα τον κινητήρα αλλά και το πλαίσιο της στη νέα ναυαρχίδα επιδόσεων των Ιαπώνων. Η νέα μοτοσυκλέτα πληροί πλέον τις αυστηρότερες προδιαγραφές Euro 5 και εκτός από τη σχεδίαση, η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με την προηγούμενη εντοπίζεται στο πλήρες ηλεκτρονικό οπλοστάσιο που τη φέρνει με αξιώσεις στον 21ο αιώνα.
Τα ηλεκτρονικά που κάνουν τη διαφορά
Ούτε λίγο ούτε πολύ το νέο Hayabusa φέρει στον στάνταρ εξοπλισμό του 16 συστήματα και υποσυστήματα ασφάλειας και υποβοήθησης που κάνουν ευκολότερη τη ζωή του αναβάτη και στην καθημερινότητα, ενώ τον βοηθούν να απολαύσει τις επιδόσεις του ιαπωνικού Γερακιού χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος.
Ο αναβάτης έχει στη διάθεση του το Suzuki Drive Mode Selector Alpha (SDMS-α) που το προσφέρει τρία προγράμματα λειτουργίας, τα οποία επηρεάζουν την απόκριση του μοτέρ αλλά και των λοιπών ηλεκτρονικών συστημάτων, ενώ του δίνει και την επιλογή να "δημιουργήσει" και να αποθηκεύσει τα δικά του προγράμματα παραμετροποιώντας σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία κάθε συστήματος ξεχωριστά.
Τα σημαντικότερα από τα τελευταίας γενιάς συστήματα που φέρει η τελευταία γενιά του Hayabusa είναι το ρυθμιζόμενο σε 10 θέσεις traction control, τα τρία προγράμματα απόδοσης του πανίσχυρου μοτέρ, το quickshifter που απενεργοποιείται, το σύστημα ελέγχου ανύψωσης του εμπρός τροχού (δέκα σταδίων), ο περιοριστής ταχύτητας, το τριών σταδίων launch control, το συνδυασμένο σύστημα πέδησης με "ευαίσθητο" και στις κλίσεις ABS, το cruise control και το Hill Hold Control που διευκολύνει τις εκκινήσεις σε ανηφόρα κρατώντας για λίγο τα φρένα. Στη διευκόλυνση του αναβάτη ειδικά στις καθημερινές μετακινήσεις συνεισφέρει και το Low RPM Assist, που ανεβάζει ελαφρώς τις στροφές του κινητήρα όταν ο αναβάτης απελευθερώνει τη υποβοηθούμενη μανέτα του συμπλέκτη.
Έναντι της προηγούμενης γενιάς βελτιώσεις έχουμε και στο… hardware του Hayabusa με το ανεστραμμένο και πλήρως ρυθμιζόμενο πιρούνι της KYB να φέρει DLC επίστρωση στα καλάμια των 43 χλστ., ενώ μπροστά βλέπουμε πλέον τις κορυφαίες ακτινικά τοποθετημένες 4πίστονες δαγκάνες Stylema της Brembo, οι οποίες συνδυάζονται με νέας σχεδίασης δίσκους με διάμετρο 320 χλστ., 10 περισσότερα σε σχέση με πριν.
Βελτιώσεις και Euro 5
Ο κινητήρας παραμένει αμετάβλητος σε χωρητικότητα και στους 190 επίσημους ίππους έχει χάσει ελαφρώς (μείον εννέα άλογα) έναντι της προηγούμενης γενιάς ελέω και των Euro 5 προδιαγραφών. Οι μηχανικοί της Suzuki ωστόσο προχώρησαν σε εκτεταμένες αλλαγές που είχαν σαν στόχο να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο την απόδοση του στο μεσαίο φάσμα λειτουργίας, εκεί όπου θα περάσει και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, τουλάχιστον σε δημόσιο δρόμο… Νέα πιστόνια, εκκεντροφόροι, σύστημα τροφοδοσίας, φιλτροκούτι, Ram Air, αλλά και σύστημα εξαγωγής είναι οι σημαντικότερες αλλαγές για το αναβαθμισμένο μοτέρ με τους Ιάπωνες να ενισχύουν ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία του, η οποία βρισκόταν ήδη σε… "αλεξίσφαιρα" επίπεδα.
Θα σέβεστε...
Αναμφίβολα το Hayabusa είναι μοτοσυκλέτα που προκαλεί τον σεβασμό του περίγυρου μόνο με την παρουσία της. Η νέα μοτοσυκλέτα είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή από την προηγούμενη, ειδικά στο λευκή πέρλα βαφή της δοκιμής και δύσκολα θα βρείτε άνθρωπο που να μην την κοιτάξει σταματημένη ή εν κινήσει. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιάνουν και την κουβέντα για να μάθουν περισσότερα γι' αυτό το Busa, αναγνωρίζοντας ωστόσο από πριν την χαρακτηριστική ταυτότητα του.
Περισσότερη άνεση και πληροφορία
Ο αναβάτης βολεύεται άνετα στη μεγάλη σέλα με το πλούσιο και ποιοτικό αφρώδες που του επιτρέπει να κινείται πάνω της με ευκολία, ενώ τα πόδια δεν δυσκολεύονται να φτάσουν στο έδαφος προσφέροντας αυτοπεποίθηση, πολλή περισσότερη στους δρόμους της πόλης, σε σχέση με αντίστοιχου βάρους adventure μοτοσυκλέτες. Το Hayabusa δίνει αμέσως την αίσθηση μιας χαμηλής και μακριάς μοτοσυκλέτας με τους Ιάπωνες να έχουν φέρει πιο κοντά στον αναβάτη τα κλιπόν, κατά 12 χλστ. Μικρή αλλαγή που στην πράξη παίζει μεγάλο ρόλο για κοντούς και ψηλότερους αναβάτες στον έλεγχο και την άνεση που προσφέρει η ιαπωνική μοτοσυκλέτα, ειδικά στους ελιγμούς με χαμηλές ταχύτητες.
Τα κλασικά πλέον σχεδίασης όργανα δεν διαφέρουν πολύ από εκείνα της προηγούμενης γενιάς αν και ανάμεσα τους έχει προστεθεί με έγχρωμη TFT οθόνη που συγκεντρώνει πλήθος πληροφοριών, μεταξύ των οποίων και για τις ρυθμίσεις των ηλεκτρονικών συστημάτων. Νέα είναι και τα ιδιαίτερα ποιοτικά χειριστήρια στο τιμόνι, στα πρότυπα που μας έχει συνηθίσει η Suzuki τα τελευταία χρόνια, ενώ από τη φιλοσοφία της δεν ξεφεύγει φυσικά και η ποιότητα κατασκευής του Made in Japan Hayabusa. Πολύ απλά, σε αυτόν το τομέα δεν έχουν γίνει συμβιβασμοί με την προσοχή στο φινίρισμα των πλαστικών και μεταλλικών επιφανειών αλλά και τη μεταξύ τους συναρμογή να μην επιδέχεται κριτικής.
Το φιλικότερο... αρπαχτικό στο κόσμο
Σίγουρα αυτό που θα εντυπωσιάσει οποιονδήποτε βρεθεί στη σέλα του Hayabusa είναι η φιλικότητα με την οποία τον υποδέχεται, άσχετα από το πού κινείται, αλλά και το επίπεδο εμπειρίας του. Η ιαπωνική μοτοσυκλέτα δημιουργήθηκε για να 300ρίζει "για πλάκα" αλλά το κάνει αυτό χωρίς να ξεχνά αυτόν που βρίσκεται στη σέλα της. Η κατανομή του βάρους βρίσκεται στο 50:50 και ενώ αυτό γίνεται αισθητό, αφού δεν είναι και λίγο, είναι σωστά κατανεμημένο και δεν ενοχλεί ούτε στους ελιγμούς με χαμηλές ταχύτητες. Στην πόλη το Hayabusa, είναι εντυπωσιακά ξεκούραστο, για τον χαρακτήρα του, αν και οι καρποί δέχονται αρκετό από το βάρος του κορμού.
Η θέση των κλιπόν θα εκτιμηθεί δεόντως όταν αφήσετε πίσω σας τα τείχη της πόλης, εκεί όπου θα καταφέρετε να απολαύσετε και τις επιδόσεις του χαρισματικού εν σειρά 4κύλινδρου κινητήρα των 1.340 κ.εκ. Αυτό το ιαπωνικό εργοστάσιο παραγωγής ισχύος μπορεί να είναι πιο αδύναμο από την προηγούμενη εκδοχή του στις ψηλές στροφές, στην πράξη όμως εκείνο που γίνεται όντως αντιληπτό είναι το φούσκωμα της ροπής στο μεσαίο φάσμα λειτουργίας. Αυτό είναι που κάνει τη βελόνα του ταχυμέτρου να ξεπερνά με ακόμη μεγαλύτερη ορμή τη δεύτερη εκατοντάδα χιλιομέτρων με 6η σχέση στο κιβώτιο και τον αναβάτη να μπαίνει επιτέλους στον κόσμο του hyper sport της Suzuki. Το μοτέρ, όχι μόνο δεν έχει χάσει κάτι από την γοητεία του στον απαράμιλλο τρόπο που ωθεί το Hayabusa προς τα εμπρός, αλλά έχει κερδίσει κιόλας, ενώ την ίδια στιγμή παρουσιάζεται πιο πολιτισμένο σε λειτουργία.
Παράλληλα, η αεροδυναμική της μοτοσυκλέτας των Ιαπώνων δίνει διαρκώς την εντύπωση ότι κινείστε με τουλάχιστον 50 χλμ./ώρα λιγότερα από όσα δείχνει το ταχύμετρο, με την εξαιρετική ποιότητα κύλισης που προσφέρουν οι αναρτήσεις να συμβάλλει αποφασιστικά σε αυτό. Οι αναρτήσεις προσφέρουν ποιότητα και άνεση και βοηθούν το Hayabusa να παραμείνει ακλόνητο στις υπερυψηλές ταχύτητες που μπορεί να κινηθεί, κάτι που μπορεί να κάνει με άνεση έως ότου αδειάσει το 20λιτρο ρεζερβουάρ του. Με την ίδια ευκολία που κινείται στην ευθεία θα πάρει και τις καμπές του αυτοκινητόδρομου με τον αναβάτη να έχει πάντα στη διάθεση του και το ισχυρό σύστημα πέδησης που επαναφέρει γρήγορα και αποφασιστικά τα πράγματα σε τάξη εφόσον χρειαστεί.
Αν και με σημαντικά μεγαλύτερο βάρος έναντι των superbikes, το Hayabusa φυσικά και δεν θα πει όχι ούτε σε δρόμο με στροφές παραμένοντας πιστό στη φιλοσοφία του ολοκληρωμένου χαρακτήρα από την πρώτη γενιά που συντέλεσε στη μεγάλη απήχηση του στο κοινό. Το στιβαρό αλουμινένιο πλαίσιο δείχνει και εδώ τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του με το Hayabusa να διαλύει τις ευθείες και να ενώνει γρήγορα τις στροφές μεταξύ τους. Σίγουρα απαιτεί περισσότερη προσπάθεια για να αλλάξει κατεύθυνση σε σχέση με ένα superbike αλλά ακολουθεί πιστά τις εντολές του αναβάτη με το πιρούνι να παρέχει καλή πληροφόρηση και μεγάλο εύρος ρυθμίσεων για να το φέρετε στα μέτρα σας.
Future classic από τώρα
Το Hayabusa, στην τελευταία του γενιά, είναι μια cult μοτοσυκλέτα που συνεχίζει να εκπροσωπεί άξια την Suzuki στην κατηγορία των hyper sport που η ίδια δημιούργησε. Με κορυφαία ποιότητα κατασκευής, χορταστική απόδοση από τον εμβληματικό της κινητήρα, πλήρες ηλεκτρονικό οπλοστάσιο, αλλά και μοναδική αίσθηση στις υψηλές ταχύτητες, η ιαπωνική μοτοσυκλέτα δεν δυσκολεύεται καθόλου να γοητεύσει τον αναβάτη της που δεν θα την χορταίνει σε μικρές και μεγάλες φυσικά αποστάσεις, με ρυθμούς βόλτας ή… αυτόφωρου. Μια πρόταση σαφώς πιο ιδανική για χρήση σε δημόσιο δρόμο από ένα superbike, ειδικά με δεύτερο άτομο στη σέλα, με status κλασικού από τώρα, σε τιμή λογική για όλα εκείνα που μπορεί και προσφέρει.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Κινητήρας: Εν σειρά 4κύλινδρος, 1.340 κ.εκ., 190 PS, 150 Nm
Μετάδοση: Κιβώτιο 6 σχέσεων, quickshifter
Διαστάσεις (Μήκος, πλάτος): 2.180 χλστ., 735 χλστ.
Γεωμετρία (Μεταξόνιο, ίχνος, κάστερ), 1.480 χλστ., 90 χλστ, 23 μοίρες
Ύψος σέλας: 800 χλστ.
Ρεζερβουάρ: 20 λτ.
Βάρος: 264 κιλά
Τιμή: 21.495 ευρώ
Εξοπλισμός
Κράνος: X-lite X-803 RS Ultra Carbon, Golden Edition
Μπουφάν: Clover Airtek 2
Γάντια: Clover Airtouch-2
Διαβάστε επίσης
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ