Το νέο Duster έρχεται να επιβεβαιώσει με τον πιο εμφατικό τρόπο την αλματώδη πρόοδο που εξακολουθεί να σημειώνει η Dacia, αφήνοντας τις προδιαγραφές της τετρακίνητης έκδοσης των 130 ίππων να συνθέσουν έναν ασυναγώνιστο συνδυασμό σε άσφαλτο και χώμα.
Ήταν το Golf για τη Volkswagen στα «άγουρα» πλην δημιουργικά χρόνια της δεκαετίας του 1970, η αγέραστη Octavia για τη Skoda στα «Nineties» των μεγάλων προκλήσεων και των ανατροπών, ήταν το απρόσμενα προσιτό Duster για τη Dacia στην αυγή μιας νέας, ψηφιακής εποχής.
Ήταν το εισιτήριο της επιστροφής, ο αστάθμητος παράγοντας που μετασχηματίστηκε σε έναν πανίσχυρο επιταχυντή, σε έναν οργιώδη χείμαρρο που βάλθηκε να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά του, μοιράζοντας εκ νέου την τράπουλα ανάμεσα στους βασικούς παίκτες της ευρωπαϊκής κεντρικής σκηνής.
BUY NOW
Από τη μία στιγμή στην άλλη, η Dacia έπαψε να αποτελεί τον φτωχό συγγενή, βλέποντας το Duster να εξελίσσεται από outsider σε φαβορί και να κατακτά την ευρωπαϊκή κορυφή των πωλήσεων λιανικής.
Τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο αν το Duster δεν μας υπενθύμιζε το 2010 πως το μανιφέστο ενός... φιλολαϊκού SUV οφείλει να περιστρέφεται γύρω από το κορυφαίο value for money και να διατηρεί αποστάσεις από τη συνήθη, στις ημέρες μας, πρακτική της… υπερβάλλουσας τιμολογιακής πολιτικής.
Σχεδόν 15 χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση επί ευρωπαϊκού εδάφους, τίποτα δεν θυμίζει πλέον εκείνο το σεμνό και ταπεινό Dacia, καθώς στη θέση του, ως φυσικός διάδοχος, έχει βρεθεί ένα σύγχρονο και ανταγωνιστικό σε όλα τα επίπεδα τετράτροχο, ικανό να αντιπαρατεθεί με τους καλύτερους της κατηγορίας του.
Είναι σχεδόν απίθανο να μην εντυπωσιαστεί κανείς από την απόσταση που έχει καταφέρει να διανύσει το Duster σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, αλλάζοντας στην τρίτη κατά σειρά γενιά του όχι μόνο την εικόνα του αλλά και τον προσανατολισμό του.
Το ανανεωμένο έμβλημα της Dacia σε συνδυασμό με τον νέο σχεδιαστικό κώδικα του αμαξώματος, ίσως δυσκολέψει τους λιγότερο ειδικούς να αποφανθούν για την καταγωγή του, αναγκάζοντας παρόλα αυτά ακόμα και τους πλέον επιφυλακτικούς να συμπεριλάβουν το Duster στη wish list τους.
Όσοι δράξουν της ευκαιρίας και βρεθούν στα ενδότερα του καταξιωμένου στις συνειδήσεις όλων SUV, θα εκτιμήσουν το γεγονός ότι μετά από μια μάλλον επίπονη εξελικτική διαδικασία το Duster απέκτησε ένα σύστημα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας αντάξιο του ειδικού βάρους του.
Η ψηφιακή οθόνη των 10,1 ιντσών βρίσκεται στην κορυφή της κεντρικής κονσόλας, ωστόσο, δεν είναι μονάχα η θέση της, αλλά η ευκρίνεια και η ταχύτητα της απόκρισης που επιτρέπουν στο infotainment του νέου Duster να συγκαταλέγεται ανάμεσα στα κορυφαία του είδους του.
Αν μάλιστα μιλάμε για την τετρακίνητη έκδοση, όπως αυτή της δοκιμής, τότε ανάμεσα στα ψηφιακά καλούδια του συστήματος ενημέρωσης και ψυχαγωγίας θα βρεις χρήσιμα εργαλεία για την καθημερινότητά σου, είτε στην άσφαλτο είτε το χώμα.
Οι προβολές από τις κάμερες που βρίσκονται τοποθετημένες περιμετρικά του αμαξώματος ρίχνουν το απαραίτητο… φως στις «τυφλές» γωνίες εισόδου και διαφυγής, οι μοίρες των κλίσεων στον διαμήκη και εγκάρσιο άξονα προσδίδουν μια… επιστημονική εξήγηση του κενού που ενδεχομένως να νιώθεις στο στομάχι σου καθώς αναρριχάσαι, ενώ εξίσου χρήσιμη μπορεί να αποδειχθεί και η οπτικοποίηση της κατανομής της ροπής ανάμεσα στον μπροστινό και τον πίσω άξονα σε πραγματικό χρόνο.
Σε συνδυασμό, λοιπόν, με τον επίσης ψηφιακό πίνακα οργάνων –εκεί ξεχωρίζει η προβολή της ενεργειακής ροής του ήπια υβριδικού συνόλου, το Duster δικαιούται να καυχιέται για τον πλούτο των πληροφοριών που προσφέρει στον χειριστή του.
Όπως και για την αψεγάδιαστη εργονομία, μιας και οι περισσότεροι διακόπτες είναι ακριβώς εκεί που θα περίμενες να τους βρεις, καθιστώντας τον χειρισμό βασικών λειτουργιών. Ακόμα και οι υποδοχές της κεντρικής κονσόλας για μικροαντικείμενα είναι εύκολα προσβάσιμες, ελαχιστοποιώντας τον χρόνο που απαιτείται ώστε να βρεις τα πατήματά σου πίσω από το τιμόνι του νέου Duster.
Ποιοτικά δεν πρόκειται να σε εκπλήξει, αν και τα σκληρά πλαστικά διαθέτουν την απαραίτητη πιστότητα στο φινίρισμα και τη συναρμογή ώστε να στοιχειοθετήσουν μια σεβαστή αναβάθμιση ακόμα και σε αυτόν τον τομέα.
Τον δικό του ρόλο έχει παίξει και ο σχεδιασμός, όντας σύγχρονος και ελκυστικός ακόμα και στο μάτι κάποιου που έχει συνηθίσει να συναναστρέφεται με premium κατασκευές. Το Duster πάντα είχε τον τρόπο να προσπερνά τον σκόπελο του σκληροτράχηλου χαρακτήρα του και η τρίτη γενιά του, ως η πλέον πολιτισμένη, δεν θα μπορούσε από το να ακολουθήσει το παράδειγμα των προκατόχων της.
Τα καλά νέα, ωστόσο, δεν σταματούν εδώ, καθώς κερδισμένοι από την αναπόφευκτη διαδοχή του μέχρι σήμερα γνωστού Duster έχουν βγει και οι θαμώνες της πίσω σειράς καθισμάτων.
Μολονότι το μήκος του πεντάθυρου αμαξώματος διατηρήθηκε στα επίπεδα των 4,3 μέτρων, ο διαθέσιμος χώρος για τα κάτω άκρα των πίσω επιβατών αυξήθηκε κατά τρία εκατοστά, δίνοντας το έναυσμα για τη βελτίωση των συνθηκών πίσω από την πλάτη του οδηγού και του συνοδηγού.
Αντιστοίχως, το διαμέρισμα των αποσκευών διαθέτει μια αρκούντως ικανοποιητική χωρητικότητα 450 λίτρων, αντί των 517 λίτρων που προσφέρει η ίδια έκδοση χωρίς το σύστημα τετρακίνησης.
Μπορεί, λοιπόν, το νέο Dacia Duster να παραμένει «τέκνο» της CMF-B αρχιτεκτονικής του ομίλου Renault, ωστόσο, έχει καταφέρει να βελτιωθεί και μάλιστα αισθητά στους κρισιμότερους τομείς, αναπτύσσοντας δεξιότητες που έλειπαν μέχρι σήμερα από την παλέτα του.
Είναι ενδεικτική της προόδου που έχει σημειώσει είναι η συμπεριφορά του ούτως ή άλλως ενισχυμένου πλαισίου στην άσφαλτος, καθώς το νέο setup με τις σκληρότερες αντιστρεπτικές έχουν μειώσει και μάλιστα σε ποσοστό που αγγίζει το 20% τις κλίσεις του αμαξώματος.
Σε αμεσότητα και ακρίβεια έχει κερδίσει και το σύστημα διεύθυνσης με τις 2,8 στροφές από άκρη σε άκρη, την ίδια στιγμή που ο θόρυβος από την κύλιση και τη λειτουργία του κινητήρα έχει μειωθεί στο μισό, αποτελώντας την αφετηρία για ένα πιο άνετο και πολιτισμένο ταξίδι.
Το γεγονός μάλιστα ότι η τετρακίνητη έκδοση του νέου Dacia Duster διατίθεται με ανεξάρτητες αναρτήσεις και στους δύο άξονες, βοηθά το πλαίσιο να ανταποκριθεί ακόμα και στις πλέον απαιτητικές συνθήκες, ενισχύοντας την ικανότητα των πίσω τροχών να αποσβένουν τις κακοτεχνίες του οδοστρώματος.
Η αλήθεια είναι ότι σε ό,τι αφορά στα δυναμικά χαρακτηριστικά, πολύ δύσκολα θα καταφέρεις να συνδέσεις-συγκρίνεις την τρίτη κατά σειρά γενιά του Dacia Duster με τις δύο προηγούμενες, έχοντας αλλάξει επίπεδο και δημιουργήσει τις απαραίτητες αποστάσεις από το προφίλ ενός αυτοκινήτου «ειδικού σκοπού».
Οι ήπιες αντιδράσεις σού δίνουν το δικαίωμα να αυξήσεις τον ρυθμό σου και να ζητήσεις το κάτι παραπάνω από το ψυχωμένο, ήπια υβριδικό σύνολο των 1,2 λίτρων με τους 130 ίππους και τα 230 Nm ροπής.
Η σφικτή κλιμάκωση του μηχανικού κιβωτίου των έξι σχέσεων, ειδικά τροποποιημένη για τις τετρακίνητες εκδόσεις, σε βοηθά ώστε να βρεθείς γρήγορα μέσα στο παράθυρο της βέλτιστης απόδοσης του τρικύλινδρου-υπερτροφοδοτούμενου συνόλου.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα χρειαστεί να καταφύγεις ξανά και ξανά στον επιλογέα ώστε να καταφέρεις να κινηθείς σβέλτα και αποδοτικά, κάτι που σε αστικές συνθήκες ίσως αποδειχθεί κουραστικό, παρά την ακρίβεια και το θετικό κούμπωμα του κιβωτίου.
Ειδική διαχείριση απαιτούν και τα all season ελαστικά της Continental, μιας και στην καυτή, ελέω καύσωνα, ελληνική άσφαλτο ίσως να μην αποτελούν την ιδανική επιλογή για εκείνους που συνηθίζουν να πιέζουν τους κατευθυντήριους τροχούς φλερτάροντας με την υποστροφή.
Όπως και να έχει, το γεγονός ότι η Dacia επιλέγει ελαστικά πρώτης τοποθέτησης από το πάνω ράφι, αναδεικνύει τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει το λανσάρισμα της τρίτης γενιάς του Duster στην ευρωπαϊκή αγορά.
Φτάνοντας στο σύστημα τετρακίνησης και στον τρόπο με τον οποίο μπορείς να αξιοποιήσεις την απόσταση των 21,7 εκατοστών από το έδαφος, ο περιστροφικός διακόπτης επιλογής του επιθυμητού προγράμματος οδήγησης αποτελεί ουσιαστικά μονόδρομο.
Κι αυτό γιατί μέσω αυτού του διακόπτη μπορείς, έως έναν βαθμό να παρέμβεις στον τρόπο με τον οποίο κατανέμεται ανάμεσα στους δύο άξονες η διαθέσιμη ροπή.
Ειδικότερα, το Terrain Control του νέου Dacia Duster διαθέτει πέντε προγράμματα λειτουργίας. Το Eco για βέλτιστη αποδοτικότητα, το Auto το οποίο δεν απέχει σημαντικά από το Eco και υπόσχεται την αυτόματη προσαρμογή του ηλεκτρονικά ελεγχόμενου κεντρικού διαφορικού στις τρέχουσες συνθήκες κίνησης, το SNOW, το MUD/SAND και το OFF-ROAD, στο οποίο «κλειδώνει» κατά κάποιο τρόπο η συμμετοχή και των τεσσάρων τροχών στην κίνηση του αυτοκινήτου.
Σε αντίθεση με το παρελθόν, ο οδηγός δεν μπορεί να επιλέξει κάποιο 2WD Mode και να απομονώσει τον πίσω άξονα από το σύστημα μετάδοσης, κάτι που σημαίνει ότι το νέο Duster είναι κατά βάση μόνιμα τετρακίνητο, έστω κι αν υπό κανονικές συνθήκες το ποσοστό της ροπής που καταλήγει στους πίσω τροχούς είναι της τάξης του 1%.
Πάντως, η μόνιμη εμπλοκή του πίσω άξονα δεν φαίνεται να επιβαρύνει σημαντικά το υβριδικό σύνολο των 1,2 λίτρων και να επηρεάζει την κατανάλωση καύσιμου, καθώς η μέση τιμή της δοκιμής δεν ξεπέρασε, παρά τις εχθρικές συνθήκες, τα 7,0 λίτρα/100 χλμ.
Αντί συμπεράσματος
Καλύτερο από ποτέ, το Duster διαθέτει όχι μόνο το ηθικό πλεονέκτημα ενός τηρουμένων των αναλογιών προσιτού SUV αλλά και τις προδιαγραφές ώστε να κονταροχτυπηθεί με τις κορυφαίες προτάσεις της κατηγορίας του.
Η τετρακίνητη έκδοση με το ήπια υβριδικό σύνολο των 1,2 λίτρων και των 130 ίππων αποτελεί από μόνη της ένα ισχυρό κίνητρο για να κοιτάξει κανείς προς το μέρος του καταξιωμένου SUV, συγκεντρώνοντας ιδιότητες και χαρακτηριστικά που σπανίζουν στις ημέρες μας.
Μπορεί, λοιπόν, η συγκεκριμένη διαμόρφωση να μην είναι η πιο προσιτή στη νεοσύστατη γκάμα του Duster, αλλά πέρα από κάθε αμφιβολία διατηρεί την υψηλή σχέση αξίας -τιμής και τον σπάνιο δεσμό με το κοινό που εξακολουθεί να αναζητά ανάμεσα στις προδιαγραφές ενός γνήσιου SUV τη μετάδοση της κίνησης στους τέσσερις τροχούς.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Κινητήρας: 1.199 κ.εκ. βενζίνη, 130 ίπποι, 230 Nm
Μετάδοση: μηχανικό κιβώτιο έξι σχέσεων, στους τέσσερις τροχούς
Επιδόσεις: 11 δλ. 0-100 χλμ./ώρα, 180 χλμ./ώρα τελική ταχύτητα
Κατανάλωση-Εκπομπές CO2: 6,0λτ./100 χλμ., 135 γρ./χλμ.
Διαστάσεις (Μήκος/Πλάτος/Ύψος): 4.343/1.813/1.656 χλστ., 2.657 χλστ. μεταξόνιο
Βάρος: 1.390 κιλά
Χώρος αποσκευών: 450 λίτρα
Τιμή - Τέλη κυκλοφορίας: 26.990 ευρώ - 86,4 ευρώ (από 19.950 ευρώ η 4X2 έκδοση)