Το καύσιμο που υπόσχεται 50% οικονομία στο αυτοκίνητο -Αξίζει ή όχι το υγραέριο
Με την μέση τιμή της αμόλυβδης να φλερτάρει στα 1,9 ευρώ, οι οδηγοί αναζητούν οικονομικότερους τρόπους μετακίνησης. Είναι το LPG η λύση;
Μόνο λίγοι δεν ήταν οι οδηγοί τα προηγούμενα χρόνια που τοποθετούσαν ένα κιτ υγραεριοκίνησης στο αυτοκίνητό τους, ώστε να επωφεληθούν από την τιμή του συγκεκριμένου καυσίμου που είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτή της βενζίνης.
Υπήρχαν δε και αυτοί που εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί, εξαιτίας των αμφιβόλου ποιότητας aftermarket μετατροπών και του -σε πρώτη φάση- ανύπαρκτου δικτύου LPG.
BUY NOW
Η αλήθεια είναι ότι ούτε οι κατασκευαστές αυτοκίνητων πίστεψαν στις εκδόσεις που καταναλώνουν LPG. Πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις, σήμερα υπάρχουν μόνο δύο μάρκες (Renault & Dacia) που διαθέτουν τέτοιες εργοστασιακές εκδόσεις, οι περισσότεροι το απέφυγαν ή όσοι ασχολήθηκαν το έκαναν κατά την διάρκεια που υπήρχε ντόρος γύρω από την υγραεριοκίνηση.
Αναντίλεκτα, όλοι οι κατασκευαστές εστιάστηκαν σε πιο προηγμένες τεχνολογίες οικονομίας καυσίμου, όπως η υβριδική, η ήπια υβριδική και τελικά η ηλεκτρική. Μάλιστα, έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο η εξέλιξη των συγκεκριμένων συστημάτων κίνησης, που δύσκολα μπορεί να τα κοντράρει η υγραεριοκίνηση στον τομέα της οικονομίας.
Για παράδειγμα, ένα σύγχρονο υβριδικό αυτοκίνητο μπορεί να κινηθεί στον αστικό ιστό με κατανάλωση που θυμίζει περισσότερο “εργοστασιακή τιμή”, και μάλιστα χωρίς κόπο ή συγκεκριμένο στιλ οδήγησης.
Επιπλέον, από το 2019 και μετά υπάρχει μείωση στη διαφορά τιμής μεταξύ της αμόλυβδης και του υγραερίου κίνησης, που πλέον βρίσκεται στο άτυπο 50%. Σήμερα, με βάση τα τελευταία επίσημα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων, η τιμή της αμόλυβδης πανελλαδικά είναι 1,837 ευρώ και του LPG 0,882 ευρώ.
Ως γνωστόν, οι κατασκευαστές απαγορεύουν δια ροπάλου οποιαδήποτε μετατροπή. Η μεγάλη πολυπλοκότητα, η πληθώρα υποσυστημάτων και η προσπάθεια των κατασκευαστών για μέγιστη απόδοση, ταυτόχρονα με χαμηλούς ρύπους και μακροζωία, καθιστούν τις after market μετατροπές μια πολύ εξειδικευμένη και λεπτή υπόθεση. Οι όροι της εγγύησης των κατασκευαστών απαγορεύουν ρητά την μετατροπή ή αλλαγή μηχανικών μερών.
Η εκ των υστέρων τοποθέτηση ενός συστήματος υγραεριοκίνησης θα σας κοστίσει από 600 έως 2.500 ευρώ ανάλογα με την παλαιότητα, την τεχνολογία και τον κυβισμό του κινητήρα, ενώ αναιρεί την παρεχόμενη εργοστασιακή εγγύηση σε περιπτώσεις που η δυσλειτουργία του κινητήρα έχει προκληθεί από το ίδιο το σύστημα. Και αυτό γιατί η ποιότητα και τεχνολογία που φέρει ένα σύστημα επηρεάζει καταλυτικά και την προβλεπόμενη λειτουργία του κινητήρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει σωστή σχεδίαση και συμβατότητα του συστήματος καύσης LPG με τα υπάρχοντα συστήματα του κινητήρα, μπορούν να προκύψουν διάφορα προβλήματα.
Και δεν είναι μόνο τα περιφερειακά εξαρτήματα που μπορούν να παρουσιάσουν σφάλματα. Υπάρχουν θέματα, όπως η χαρτογράφηση του εγκεφάλου του συστήματος LPG, για τη σωστή λειτουργία των οποίων κανένας κατασκευαστής δεν μπορεί να εγγυηθεί, καθώς δεν έχουν αναπτυχθεί ούτε έχουν ελεγχθεί από τον ίδιο. Τα πιθανά τεχνικά προβλήματα που μπορούν να προκύψουν από την κακή χαρτογράφηση του εγκεφάλου αφορούν τις βαλβίδες και τις έδρες τους που δεν λιπαίνονται σωστά, τον καταλύτη και την καταπόνηση των εμβόλων στην περίπτωση φτωχού μείγματος αέρα-καυσίμου.
Τέλος, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η τοποθέτηση ενός κιτ υγραερίου θα φέρει μείωση του χώρου αποσκευών ή αφαίρεση της ρεζέρβας, θα αυξήσει το συνολικό βάρος του αυτοκινήτου, και ίσως επηρεάσει αρνητικά την μεταπωλητική αξία του αυτοκίνητου (μετατροπή γαρ). Επιπλέον, θα πρέπει να συμπεριλάβουμε στην περιοδική συντήρηση του αυτοκίνητου μας και έναν έλεγχο του κιτ υγραερίου κάθε 20.000 χλμ. και την αντικατάσταση δύο ειδικών φίλτρων.
Βάζοντας όλα αυτά τα δεδομένα κάτω, καταλήγουμε στο ότι η υγραεριοκίνηση διαθέτει ορισμένα ισχυρά μειονεκτήματα που με την πάροδο του χρόνου δεν πρόκειται να εξαλειφθούν. Αυτό όμως που χάνεται με σβέλτο ρυθμό είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του LPG, που δεν είναι άλλο από το κόστος μετακίνησης. Οι σύγχρονες τεχνολογίες των υβριδικών και ήπια υβριδικών μοντέλων έχουν προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, όπου σε ορισμένες περιπτώσεις καταναλώνουν λιγότερο και από τα αντίστοιχα ή ανταγωνιστικά πετρελαιοκίνητα μοντέλα.