Βαράνε «κανόνι» μεγάλες γερμανικές εταιρείες -Ποιοι κολοσσοί είναι αντιμέτωποι με την καταστροφή
Μαύρα σύννεφα έχουν απλωθεί πάνω από μεγάλους γερμανούς προμηθευτές εξαρτημάτων για αυτοκίνητα, με το μέλλον τους να προβάλει αβέβαιο.
«Κανόνι» έχουν αρχίσει να χτυπούν πολλές μεγάλες εταιρείες από τον κλάδο κατασκευής εξαρτημάτων για αυτοκίνητα, αδυνατώντας να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα που ξετυλίγονται μπροστά τους.
Τελευταίες προσθήκες στη μαύρη λίστα των εταιρειών που αδυνατούν να ατενίσουν με αισιοδοξία το μέλλον είναι οι πασίγνωστες Recaro και BBS, οι οποίες κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης, προκαλώντας μούδιασμα στον ευρύτερο κλάδο της αυτοκινηβιομηχανίας.
BUY NOW
Η Recaro, μια εταιρεία σημείο αναφοράς στον κλάδο της κατασκευής καθισμάτων για αυτοκίνητα, διαθέτοντας τα προϊόντα της σε μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η Ford, η BMW και η Volkswagen, κατέθεσε αίτηση πτώχευσης στο Περιφερειακό Δικαστήριο του Έσλινγκεν.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη έφερε την άμεση αντίδραση της IG Metall -του μεγαλύτερου συνδικάτου της Γερμανίας αλλά και της Ευρώπης- που εκπροσωπεί τους 215 εργαζομένους της Recaro στο εργοστάσιο στην περιοχή Kirchheim unter Teck.
Η IG Metall ύψωσε κραυγή αγωνίας, ζητώντας διαφάνεια από τη διοίκηση της εταιρείας, όσον αφορά στον αντίκτυπο στο εργατικό δυναμικό.
Η Recaro θα συνεχίσει τις δραστηριότητες της υπό την εποπτεία διαχειριστή ο οποίος θα ελέγξει τα οικονομικά στοιχεία της, όπως και τις πρακτικές διαχείρισης.
Σε εξίσου δυσμενή θέση έχει περιέλθει και η BBS, μία ακόμα ιστορική γερμανική εταιρεία, γνωστή για τις ζάντες αλουμινίου στον χώρο του aftermarket, και επίσημος προμηθευτής ζαντών της F1 από το 2022, καταθέτοντας αίτηση πτώχευσης στο τοπικό Δικαστήριο του Ροτβάιλ.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα, οι εργαζόμενοι της εταιρείας δεν έχουν λάβει μισθούς από τον Μάιο, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα αβεβαιότητας.
Σημειώνεται ότι πρόκειται για την 5η χρεοκοπία της BBS (μετά τα έτη 2007, 2010, 2020 και 2023), η οποία έρχεται μόλις λίγους μήνες μετά την εξαγορά της από την τουρκική ISH Management Services, θυγατρική τουρκικού ομίλου IS Global Teknik Insaat.
Ξένα μέσα ενημερώσης αναφέρουν ότι βασικός λόγος της καταβαράθρωσης των δύο εταιρειών είναι η εξασθένιση της δημοφιλίας των βελτιώσεων και μετατροπών αυτοκινήτων, συνδυαστικά με την έλευση στην αγορά μικρών εταιρειών που πρoσφέρουν απομιμήσεις επώνυμων προϊόντων σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές.
Μαύρα σύννεφα έχουν απλωθεί και πάνω από τη γερμανική εταιρεία κατασκευής μπαταριών για οχήματα Varta, η οποία στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να αποφύγει τη χρεοκοπία ξεκινάει διαδικασία αναδιάθρωσης του χρέους των περίπου 500 εκατ. ευρώ, ενώ ζητάει εναγωνίως οικονομική ένεση πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Σανίδα σωτηρίας ίσως προσφέρει η Porsche, η οποία ήδη κατέχει ένα κομμάτι της εταιρείας.
Αβέβαιο δείχνει το μέλλον -μεταξύ άλλων- και για τη ZF, έναν εκ των κορυφαίων προμηθευτών εξοπλισμού αυτοκινήτων παγκοσμίως, η οποία ανακοίνωσε ότι μέχρι το τέλος του 2028, θα «κόψει» από 11.000 έως και 14.000 θέσεις εργασίας στη Γερμανία.
Σύμφωνα με τη ZF, η αναδιάθρωση θα επικεντρωθεί κυρίως στο τμήμα εξηλεκτρισμένων συστημάτων κίνησης “Electrified Powertrain Technologies”, εξαιτίας του «ισχυρού ανταγωνισμού, της πίεσης κόστους και της μειωμένης ζήτησης για ηλεκτρικά οχήματα».
Την επιβράδυνση στις πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων, για το κλείσιμο ενός εργοστασίο της στο Marignier της Γαλλίας όρισε ως υπεύθυνη και η Bosch, σε μια περίοδο που ο γερμανικός κολοσσός επενδύει δισ. ευρώ στην εξέλιξη εξαρτημάτων, συστημάτων και μπατατιών ειδικά για αμιγώς ηλεκτρικά και διασυνδεδεμένα οχήματα.
Δεν είναι, όμως, μόνο οι προμηθευτές εξοπλισμού για αυτοκίνητα που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα στη Γερμανία. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της εταιρείας συμβουλευτικών υπηρεσιών αναδιάρθρωσης Falkensteg, το πρώτο μισό του 2024 οι χρεοκοπίες μεγάλων γερμανικών εταιρειών αυξήθηκαν κατά 41%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του περασμένου έτους.
Όπως αναφέρεται, τις χρεοκοπίες πυροδοτούν οι παρενέργειες της πανδημίας, το αυξανόμενο κόστος ενέργειας και πρώτων υλών, ο πληθωρισμός και η μειωμένη ζήτηση.
Επιπλέον, οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες και τα υψηλά επιτόκια καθιστούν την αναδιάρθρωση και τις κεφαλαιακές ενέσεις σε δοκιμαζόμενες επιχειρήσεις εντελώς ασύμφορες.