Η πόλη του αυτοκινήτου που έδωσε δουλειά σε εκατομμύρια ανθρώπους - Πώς το American Dream έγινε εφιάλτης
Από Μέκκα της αυτοκινητοβιομηχανίας και εργοδότης εκατομμυρίων ανθρώπων, σε βασίλειο της φτώχειας και της εξαθλίωσης. Αυτή είναι η ιστορία της Motor City, της πόλης του αυτοκινήτου.
Οι ΗΠΑ συχνά παρουσιάζονται ως η Γη της Επαγγελίας, ο τόπος που οι δουλείες είναι άφθονες και η φτώχεια κάτι άγνωστο στους ευλογημένους κατοίκους της. Πρώτη οικονομία στον κόσμο, τρίτη σε παραγωγή πετρελαίου, πρώτη σε ξένες επενδύσεις στο έδαφός της, οι ΗΠΑ, αναμφίβολα, αποτελούν μια ηγέτιδα δύναμη.
Είναι, ωστόσο, και μία από τις πιο άνισες οικονομίες παγκοσμίως, μιας και περί το 16% του πληθυσμού της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Σε καμία άλλη, ωστόσο, πόλη των ΗΠΑ δεν καταγράφεται τόσο μεγάλη οικονομική ανέχεια όσο στο Ντιτρόιτ, του Μίσιγκαν, όπου σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για το έτος 2022, ένας στους τρεις κατοίκους της ζει στην ένδεια.
BUY NOW
Το Ντιτρόιτ, όμως, δεν ήταν πάντοτε ένας τόπος όπου βασιλεύει η φτώχεια, η εγκληματικότητα και η εξαθλίωση. Κάποτε αποτελούσε την «έδρα» του Αμερικανικού Ονείρου, την πόλη που «γέννησε» το αυτοκίνητο, προσφέροντας εκατοντάδες χιλιάδες δουλειές. Πώς μετατράπηκε, όμως, το Ντιτρόιτ από κοιτίδα της παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανίας, σε πόλη φάντασμα;
Ransom Olds και Henry Ford: Οι άνθρωποι που γιγάντωσαν το Ντιτρόιτ
Στα τέλη του 19ου αιώνα το Ντιτρόιτ ήταν μία βιομηχανική πόλη «δεύτερης κατηγορίας», αποτελώντας την «πρωτεύουσα» της κατασκευής σομπών χυτοσιδήρου και μηχανών θαλάσσης. Παράλληλα, όμως, είχε και μία γεωγραφική θέση που κρινόταν ιδανική για περαιτέρω βιομηχανική ανάπτυξη. Και ειδικότερα για την ανάδειξή της σε Motor City («Πόλη του Αυτοκινήτου»).
Τοποθετημένη στην «καρδιά» της περιοχής των Μεγάλων Λιμνών, η πόλη του Μίσιγκαν κάλυπτε όλες τις προϋποθέσεις ώστε να χριστεί "Μέκκα της αυτοκινητοβιομηχανίας": Βρισκόταν κοντά σε όλα τα μεγάλα κέντρα εξόρυξης άνθρακα και σιδηρομεταλλεύματος, την ίδια ώρα που ήταν εύκολα προσβάσιμη τόσο μέσω ξηράς όσο και νερού.
Η προνομιακή γεωγραφική θέση του Ντιτρόιτ δεν πέρασε απαρατήρητη από δύο πιονέρους της αυτοκινητοβιομηχανίας. Τον Ransom Eli Olds και τον Henry Ford.
Το 1897 ο Olds ίδρυσε την εταιρεία αυτοκινήτου Olds Motor Vehicle Company στην πρωτεύουσα του Μίσιγκαν, Λάνσινγκ και το 1900 πήρε την τολμηρή απόφαση να τη μεταφέρει στο Ντιτρόιτ. Μία απόφαση που αποδείχθηκε «χρυσάφι.
Ο πολυμήχανος Olds εφηύρε τη γραμμή συναρμολόγησης, μια καινοτομία που του επέτρεψε να αυξήσει με εκθετικούς ρυθμούς την παραγωγή του μοντέλου Curved Dashes από 425 αυτοκίνητα το 1901 σε σχεδόν 2.500 το 1902. Ένα χρόνο αργότερα, η Old Motor Works είχε γίνει ο μεγαλύτερος κατασκευαστής αυτοκινήτων στις ΗΠΑ.
Το Ντιτρόιτ είχε την «τύχη» να επιλεχθεί ως ιδανικός τόπος επιχειρηματικής δραστηριοποίησης και από έναν ακόμα πρωτοπόρο της αυτοκινητοβιομηχανίας, τον Henry Ford, τον άνθρωπο που «έβαλε τον κόσμο πάνω σε ρόδες».
Ήταν αυτός που στις 16 Ιουνίου του 1903 ίδρυσε τη Ford Motor Company, με την οποία κατέκτησε τον κόσμο. Λίγο αργότερα το πρώτο Ford Model Α κυλούσε στους δρόμους του Ντιτρόιτ.
Παράλληλα, ο Henry Ford ήταν και αυτός που έμελλε να εξελίξει περαιτέρω την καινοτομία του Ransom Olds, εξελίσσοντας μία κινητή γραμμή συναρμολόγησης με μηχανοποιημένο ιμάντα μεταφοράς πλαισίων. Στις 4 Ιουνίου του 1924 από τη γραμμή συναρμολόγησης στο Highland Park πέρασε το 10.000.000στο Model T, το μοντέλο που ενσάρκωσε -τότε- τον πόθο για απόκτηση ενός οχήματος από τη μεσαία τάξη των ΗΠΑ.
Ορμώμενη από τις ελπίδες της να δημιουργήσει ένα σταθερό, πιστό εργατικό δυναμικό, η Ford προχώρησε σε θεαματική αύξηση των μισθών, καταβάλλοντας παράλληλα προσπάθειες στρατολόγησης ειδικευμένων τεχνιτών από κάθε γωνιά του κόσμου: Από Άγγλους και Σκωτσέζους μέχρι Μεξικανούς και Μαροκινούς που έσπευσαν στο Ντιτρόιτ κυνηγώντας το American Dream.
Το Big Three
Το παράδειγμα τη Ford ακολούθησαν και άλλες αυτοκινητοβιομηχανίες με κορυφαίες της Chrysler και General Motors (το 1908 εξαγόρασε την Old Motor Works) οι οποίες κατασκεύασαν εργοστάσια στην πόλη, δίνοντας εργασία σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Η πόλη είχε το δικό της ασυναγώνιστο "Big Three" (Ford, Chrysler GM), τρεις αυτοκινητοβιομηχανίες κολοσσούς, που μαζί με την Packard, ανέδειξαν το Ντιτρόιτ σε Motor City (ή αλλιώς Motown).
Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, ένας στους έξι εργαζόμενους Αμερικανούς απασχολούνταν άμεσα ή έμμεσα στην αυτοκινητοβιομηχανία και το Ντιτρόιτ ήταν το επίκεντρό της. Οι τρεις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες - η General Motors, η Ford και η Chrysler - είχαν όλες ως βάση τους το μητροπολιτικό Ντιτρόιτ.
Η αυτοκινητοβιομηχανία κατανάλωνε τεράστιες ποσότητες χάλυβα, γυαλιού, χαλκού και (αργότερα) πλαστικού, συμβάλλοντας καθοριστικά στην απογείωση μιας σειράς βιομηχανιών που σχετίζονταν με το αυτοκίνητο. Το Ντιτρόιτ ήταν ένα τεράστιο βιομηχανικό τοπίο, ένα μέρος όπου εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες έβρισκαν δουλειά σε γραμμές συναρμολόγησης, σε χυτήρια και σε αναρίθμητα μικρά εργοστάσια που που κατασκεύαζαν κάθε λογής ανταλλακτικά, από μπουζί μέχρι λογότυπα για το καπό.
Το 1950 το Ντιτρόιτ έγινε η 5η μεγαλύτερη πόλη στις ΗΠΑ, με δύο εκατομμύρια κατοίκους, πολλοί εκ των οποίων απασχολούνταν από την κολοσσιαία αυτοκινητοβιομηχανία της πόλης.
Η κατάρρευση
Μεταξύ 1948 και 1967 -όταν η αυτοκινητοβιομηχανία βρισκόταν στο οικονομικό της αποκορύφωμα- στο Ντιτρόιτ έμελλε να χαθούν πάνω από 130.000 θέσεις εργασίας στην αυτοκινητοβιομηχανία. Η τελευταία άρχισε να αποκεντρώνεται, με νέα εργοστάσια να χτίζονται στα προάστια και άλλες μικρές πόλεις. Πολλοί κατασκευαστές που συνδέονταν άμεσα με τα αυτοκίνητα εγκατέλειψαν την πόλη αναζητώντας χαμηλόμισθο εργατικό δυναμικό. Την εμφάνισή του έκανε και ο αυτοματισμός, με τα μηχανήματα να αποτελούν αιτία «θανάτωσης» πολλών θέσεων εργασίας.
Το 1958 άρχισαν να ξεσπούν και φυλετικές διακρίσεις, μετά την άφιξη στη χώρα εκατοντάδων χιλιάδων Αφροαμερικανών που είχαν παρασυρθεί από τις υποσχέσεις για υψηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίες. Θέσεις εργασίες που είχαν εξαφανιστεί. Οι λευκοί άρχισαν να μετακομίζουν στα προάστια και οι συγκρούσεις των Αφροαμερικανών με την αστυνομία πυροδότησαν χάος, με αποκορύφωμα την πενθήμερη εξέγερση του 1967.
Οι ταραχές, ωστόσο, ήταν μόλις μία από τις παραμέτρους της παρακμής του Ντιτρόιτ. Το επόμενο ισχυρό πλήγμα ήρθε με την πρώτη πετρελαϊκή κρίση (Οκτώβριος 1973). Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα οι τιμές των καυσίμων έφτασαν στα ύψη, κάτι το οποίο άλλαξε την καταναλωτική συμπεριφορά των Αμερικανών.
Ξαφνικά, οι πελάτες δεν αγόρασαν καινούργια αυτοκίνητα, με τη συνολική παραγωγή, μεταξύ 1973 και 1975, να μειώνεται από τα 12,6 στα 9 εκ. αυτοκίνητα.
Επιπροσθέτως, την ίδια ώρα που τα μεγάλα αμερικανικά αυτοκίνητα «έκαιγαν» πολύ, άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους ιαπωνικά μοντέλα που «διψούσαν» λιγότερο σε καύσιμα.
Το 1979 η Chrysler γλίτωσε παρά τρίχα την πτώχευση, χάρη στην αμερικανική κυβέρνηση που εγγυήθηκε δάνεια 1,5 δισ. δολ. τα οποία επιστράφηκαν το 1983, ενώ η Ford και η General Motors πάλευαν με την «αρνητική» φήμη ότι παρήγαγαν τεράστια οχήματα. Κατά τη διάρκεια της οικονομικής άνθησης της δεκαετίας του 1990, τα αμερικανικά SUVs γνώρισαν τεράστια δημοτικότητα, αλλά οι εγχώριες αυτοκινητοβιομηχανίες είχαν να διασταυρώνουν τα ξίψη τους για την εξασφάλιση ενός μεριδίου μέσα σε μία αγορά που είχαν «εισβάλλει» ξένοι κατασκευαστές.
Το Ντιτρόιτ, ήδη αποδυναμωμένο από δεκαετίες αποεπένδυσης και ερήμωσης, βυθίστηκε στην καταστροφή. Η Motor City εγκαταλείφθηκε σχεδόν εντελώς από τους λευκούς (που σήμερα αποτελούν λίγο περισσότερο από το 10 τοις εκατό του πληθυσμού της πόλης).
Το 2008 η ύφεση χτύπησε με δύναμη το Ντιτρόιτ, με το "Big Three" να γονατίζει και την General Motors να κηρύσσει πτώχευση στις 30 Απριλίου του 2009 (τελικά σώθηκε μετά από παρέμβαση του αμερικανικού δημοσίου).
Το μεγαλύτερο, ωστόσο, χτύπημα για το πάλαι ποτέ κραταιό Ντιτρόιτ, δόθηκε το 2013 όταν η ίδια η πόλη κήρυξε πτώχευση, έχοντας δημόσιο χρέος ύψους 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το Ντιτρόιτ, σήμερα, έχει πληθυσμό 624.000 κατοίκων, καταλαμβάνοντας την 29η θέση μεταξύ των μεγαλύτερων πόλεων των ΗΠΑ. Πριν από μερικές δεκαετίες αποτελούσε την τέταρτη μεγαλύτερη πόλη των Ηνωμένων Πολιτειών αφού ο πληθυσμός της ξεπερνούσε τους 2 εκατομμύρια κατοίκους.
Παρά τα προβλήματα που αντιμετώπισαν, oι Big Three αυτοκινητοβιομηχανίες συνεχίζουν να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο παγκόσμιο αυτοκινητικό στερέωμα, έχοντας έδρα την ευρύτερη περιοχή του Ντιτρόιτ. Η πόλη, ωστόσο, έχει βυθιστεί στη φτώχεια και την εξαθλίωση, καταδικασμένη να ζει με την σκληρή ανάμνηση ότι κάποτε, μέσω της αυτοκινητοβιομηχανίας της, έδινε εργασία σε εκατομμύρια ανθρώπους.