Η επίδραση των ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην παραγωγή πετρελαίου είναι τόσο αμελητέα που της απομένουν ακόμα αρκετές δεκαετίες «ζωής.
Η ηλεκτροκίνηση αναπτύσσεται με καλό ρυθμό στο παγκόσμιο στερέωμα, αλλά ο αντίκτυπός του στην παραγωγή πετρελαίου είναι μόνο 1,25%, γεγονός που μεταφράζεται σε παρουσία των ορυκτών καυσίμων για μερικές ακόμα δεκαετίες.
Η απαλλαγή από τα ορυκτά καύσιμα θεωρείται θεμελιώδης στρατηγική για την επίτευξη της μετάβασης στις μετακινήσεις μηδενικών ρύπων και την εκπλήρωση των στόχων που έχουν τεθεί από τις διάφορες χώρες στη Συμφωνία του Παρισιού.
BUY NOW
Η απαλλαγή από τις εκπομπές ρύπων επικεντρώνεται σε διαφορετικούς τομείς, όπως η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, οι μεταφορές, η βιομηχανία, η γεωργία και τα κτίρια, πάντα με την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όπως η ηλιακή, η αιολική, η υδροηλεκτρικών και η γεωθερμία.
Από την άλλη όμως, το πετρέλαιο έχει ακόμα πολύ ζωή μπροστά του. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα κορυφωθεί αυτή τη δεκαετία και συγκεκριμένα το 2027.
Καθώς όλο και περισσότεροι οδηγοί αλλάζουν από βενζινοκίνητα και πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα σε ηλεκτρικά, η κατανάλωση πετρελαίου για τις οδικές μεταφορές θα μειωθεί περίπου στο μισό έως το 2050, αφήνοντας την ζήτηση στα περίπου 20 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.
Αυτό όμως το ποσοστό είναι πολύ σημαντικό και μεγάλο, καθώς ισοδυναμεί με την παραγωγή πετρελαίου των Η.Π.Α. για το 2022. Πατά το γεγονός ότι σημειώνεται πρόοδος στην υιοθέτηση των ηλεκτρικών μετακινήσεων, ο υπάρχων στόλος των αυτοκινήτων μηδενικών ρύπων εξοικονομεί σχεδόν 300.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, αριθμός πολύ χαμηλός (1,25%) σε σχέση με τα περισσότερα από 24 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα που καταναλώνουν τα οχήματα με κινητήρα εσωτερικής καύσης.
Ωστόσο, οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι μέχρι το 2050 θα κυκλοφορούν πάνω από ένα δισεκατομμύριο ηλεκτρικά αυτοκίνητα στους δρόμους, αλλά θα χρειαστούν ακόμα περισσότερα για να εξαλειφθεί πλήρως η κατανάλωση πετρελαίου και να επιτευχθούν μηδενικές εκπομπές ρύπων στις οδικές μεταφορές.
Οι προβλέψεις είναι καλές σε ορισμένες σημαντικές αγορές, όπως η Κίνα, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Αναμένεται να φτάσουν το 100% των πωλήσεων ηλεκτρικών επιβατικών αυτοκινήτων μέχρι τα μέσα του αιώνα. Και πάλι όμως, αυτό είναι πολύ αργότερα από ό,τι απαιτείται και άλλες χώρες είναι ακόμη πολύ μακρία από τέτοιους στόχους. Το πρόβλημα βέβαια δεν περιορίζεται στα επιβατικά αυτοκίνητα, αλλά και στα φορτηγά μεταφορών, των οποίων η απανθρακοποίηση πάει με αργό ρυθμό.
Όπως αντιλαμβάνεστε, το κλειδί βρίσκεται στις οδικές μεταφορές. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της BNEF, εκτιμάται ότι θα απαιτούνται 20 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου ημερησίως μέχρι το 2050.
Από αυτά, περίπου 9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα θα προέρχονται από τα 445 εκατομμύρια επιβατικά αυτοκίνητα βενζίνης και ντίζελ που θα υπάρχουν εκείνη την εποχή. Ωστόσο, η ζήτηση πετρελαίου από επαγγελματικά οχήματα με κινητήρες εσωτερικής καύσης, που είναι πολύ μικρότερος στόλος αλλά με μεγαλύτερες ανάγκες καυσίμου, θα ξεπεράσει τα 11 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.
Αν και τα ηλεκτρικά οχήματα θα μπορούσαν να μειώσουν τη ζήτηση πετρελαίου μακροπρόθεσμα, αυτό δεν θα οδηγήσει απαραίτητα σε πτώση των τιμών του πετρελαίου. Εάν οι επενδύσεις σε νέες πηγές επιβραδύνουν ταχύτερα τη ζήτηση, οι τιμές θα μπορούσαν να παραμείνουν υψηλές και ασταθείς.
Σε σύγκριση με άλλους τομείς όπως η αεροπορία και η ναυτιλία, οι οδικές μεταφορές έχουν ήδη ανταγωνιστικές από πλευράς κόστους εναλλακτικές λύσεις αντί των ορυκτών καυσίμων. Ωστόσο, σε αυτούς τους κλάδους οι επιλογές παραμένουν περιορισμένες λόγω τεχνολογικών και οικονομικών φραγμών.